Βήματα αργά σε δρόμους μιας πόλης νεκρής. Τα μάτια παρατηρούν άγνωστα, θολά πρόσωπα. Ανώνυμοι άνθρωποι με το βλέμμα σκυμμένο στο έδαφος, χαμένοι στη δίνη των προβλημάτων τους, περπατούν με γρήγορο βηματισμό. Ταχεία βήματα σε μια πόλη χωρίς ρυθμό και παλμό. Και κάτι μέσα μου με έπνιγε, καθώς ένιωθα ξένη σε μια πλατεία από απανθρωποποιημένες, κουρδισμένες κούκλες.
Ξαφνικά, παραδίπλα μου συνάντησα έναν μικρό μουσικό που προσπαθούσε να γεμίσει το χώρο με ήχους απο ένα παλιό ακορντεόν με τη συντροφιά ενός αδέσποτου σκυλίσιου φίλου του. Τον κοιτώ και χαμογελά πονηρά περιμένοντας την ανταμοιβή του. Λίγα κέρματα ικανοποιούν την επιθυμία του να γεμίσει το σκουριασμένο και άδειο κεσεδάκι του.
Προχωρώ και κάθομαι στο απέναντι παγκάκι, ακούγοντας μελωδίες που με παρασύρουν σε όμορφες αναμνήσεις που βρίσκονταν ξεχασμένες στο πίσω μέρος του μυαλού. Απεναντί μου ο μικρός μουσικός συνεχίζει το ίδιο χαμογελαστός να αγγίζει με τα μικρά και ταλαιπωρημένα του δάχτυλα τα πλήκτρα του ακορντεόν και παράλληλα ευαισθητα σημεία της ψυχής μου. Αναμεσά μας ρέει ένα ρεύμα απο ανέκφραστους και μηχονοποιημένους ανθρώπους που τρέχουν βιαστικοί...
Μετά απο λίγα λεπτά σύννεφα κάλυψαν τον ουρανό και ακολούθησε δυνατη καταιγίδα. Σταγόνες νερού χύθηκαν στους δρόμους που συνοδεύτηκαν απο αστραπές. Τότε η πλατεία άδειασε. Μονοι, εγώ,το αγόρι,το σκυλί και το ακορντεόν σε μια πόλη που απέκτησε ρυθμο και παλμό. Και το αγόρι βρεγμένο συνέχιζε, υπέρμαχο της μουσικής του, να ζωντανεύει αυτή την πόλη, ενώ το νερό καθάριζε τους δρόμους.
Χάιδεψα τα βρεγμένα μαλλιά του μικρού αγοριού και συνέχιζα να περπατώ με ένα χαμόγελο πιο πλατύ απο ποτέ στους δρόμους μιας πόλης, στην οποία κάτι είχε αλλάξει...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου